αυτό βασίζεται σε κάτι που γράφτηκε για μιαν άλλη περίπτωση.
ναι, αλλά επειδής, τάχα μου - τάχα μου, πολλοί την δόξαν εμίσησαν, γιατί θα έπρεπε να αναμένεται από έναν συγγραφέα να μην αυτοθαυμάζεται όταν κοιτά τα γραφτά του; Και γιατί να αναμένει κανείς πως ένας συγγραφέας θα ζει επ' άπειρον μέσα στη σιωπή του;
Φτιάχνοντας λοιπόν αυτό το χώρο διαδικτυακών σημειώσεων, τον στόλισα με ό,τι καλύτερο είχε γυαλίσει στα μάτια μου. Η γραφή, ο θάνατος, και η γραφή ως ο τρόπος που θα νικήσει το θάνατο. Η γραφή και η εν δήμω έκθεσή της, ως ο τρόπος που θεραπεύει τα τέρατα, βγάζοντας τα έξω στο λαμπρόν φως της παρουσίας των άλλων.
Τέτοια λοιπόν σκεφτόμουν, και όμως πολύ σύντομα η καθημερινότητα έδειξε τη δύναμή της, και η φωνή που θα μιλούσε (που θα έγραφε!!) ενάντια στη λήθη του θανάτου σιώπησε.
Αργά αργά, κάτω από τη σιωπή έκαιγαν οι φωτιές, η σιωπή η ίδια ήταν ανυπόφορη, και έτσι, χωρίς να υπάρχει αρχή, η γραφή ξανάρχισε να μιλά.
Και τότε, απρόσμενα, ήρθε ό,τι πιο αναπάντεχο μπορούσε να έρθει από το διαδίκτυο.
> http://mariatweety.blogspot.com
>
> ENA NEO KORITSI XREIAZETAI AMESA BOH8EIA KAI SYMPARASTASH APO EMAS
>
> AS KANUME OLOI OTI MPOROUME
>
> PALEUEI ME THN ANISH AS8ENEIA
Η πρώτη μου σκέψη, βέβαια, ήταν πως το μήνυμα έχει όλα τα εφόδια για να το φάει το μαύρο σκοτάδι. Ή μήπως..., όχι;
Θυμάται κανείς εκείνη τη περίφημη ιστορία του προέδρου Μάο. "Τότε, μια μέρα, ένας αληθινός δράκος ήρθε και χτύπησε τη πόρτα του...."
Ναι, αλλά δράκοι αληθινοί είμαστε κι εμείς. Δεν πολεμήσαμε, βέβαια, κάτω από τα τείχη της Τροίας, αφού αυτό, μη όντας της εποχής μας, θα ήταν και τελείως αντι-μαρξιστικό, με το συμπάθειο. Πήγαμε, όμως, κάτω από τα τείχη της Αμίδας . . .
Κάποτε, λοιπόν, μπορεί και να συμβεί να βρεθούμε απέναντι στα μεγάλα ζητήματα της ύπαρξης μας. Ζούμε σαν να είμαστε αθάνατοι, και χωρίς όρια. Μα έχουμε όρια, και τα όρια μας είναι ο έρωτας και ο θάνατος. Η σκέψη του θανάτου, μας υποχρεώνει να σκεφτούμε τη ζωή μας στη προοπτική του ενός από αυτά, δηλ. του τέλους μας.
Πολλοί άνθρωποι φτάνουν τότε να σκεφτούν για το τι είναι σημαντικό, και τι ανούσιο και επιπόλαιο. Η σκέψη του τέλους μας, μπορεί και να μας κάνει πιο πλούσιους, πιο βαθείς.
Φαίνεται πως ο θάνατος απασχόλησε τους ανθρώπους ήδη από πολύ παλιά. Ενας από τους πιο παλιούς μύθους της Μεσοποταμίας μιλά για τον Γκιλγκαμές, έναν αρχαίο βασιλιά που αναζητούσε την αθανασία. Κατάφερε να βρει το βοτάνι που θα του έδινε αθανασία, μα το έχασε, από κάποιο λάθος του φίλου του, ή από κάποιον άλλο ασήμαντο λόγο, που τώρα δεν θυμούμαι. Κι έτσι, αναγκάστηκε να δεχτεί τελικά πως θα είναι θνητός.
Οι αρχαίοι Ελληνες δεν είχαν καμμιάν ελπίδα για μετά το θάνατο τους. Δεν υπήρχε παράδεισος, και δεν υπήρχε κόλαση. Ο,τι είχε να περιμένει κανείς, θα το εύρισκε εδώ σε τούτο τον κόσμο, και ό,τι και να ήταν αυτό θα οφειλόταν μόνο στις δικές του πράξεις. Κι έτσι, οι αρχαίοι έφτασαν να σκεφτούν πως το μόνο που έχει σημασία είναι η μνήμη που θα αφήσει κανείς, η φήμη του. Και έτσι, πολεμούσαν με θάρρος κάτω από τα τείχη της Τροίας, αφού η όποια φήμη θα άφηναν εξαρτώταν μόνο από τις δικές τους πράξεις και ηρωισμό.
Ο θάνατος λοιπόν φωτίζει τη ζωή μας με τρόπο που δείχνει τα σημαντικά και τα δευτερεύοντα. Ακόμα κι έτσι, ο θάνατος παραμένει ένα ζήτημα πολύ μεγάλο για τις ανθρώπινες μας δυνάμεις. Ωστε, λοιπόν, δεν υπάρχει τελικά ελπίδα; θα συντριβούμε κάτω από τη σκέψη του θανάτου;
Νομίζω πως όχι. Σιγά σιγά, με έναν από εκείνους τους τρόπους που η ψυχή μας έχει για να θεραπεύεται, βρίσκουμε μέσα μας τη δύναμη και υψωνόμαστε στο ύψος του πιο σημαντικού ζητήματος της ζωής μας.
Δεν είναι λοιπόν φοβερός ο θάνατος. Ετσι τουλάχιστον πρέπει να συμπεράνουμε, αφού υπήρχαν και υπάρχουν κοινωνίες που έχουν διαφορετική σχέση με το θάνατο από όποιαν σχέση έχει η δική μας σημερινή κοινωνία. Ας θυμηθούμε τους παππούδες μας και τις γιαγιάδες μας. "Λίγα και καλά, γυιέ μου". "Ο,τι θέλει ο Θεός, γυιε μου".
Δεν είναι λοιπόν φοβερός ο θάνατος. Ετσι τουλάχιστον πρέπει να συμπεράνουμε, αφού χιλιάδες και ακόμα περισσότερες χιλιάδες άνθρωποι μπόρεσαν να αναλογιστούν τη προοπτική του θανάτου τους, και να ζήσουν έτσι μια ζωή με νόημα.
Μα μήπως δεν τα ξέραμε όλα αυτά; Δεν ξέραμε πως σπουδαιότερη δεν είναι τόσο η Ιθάκη, όσο ο πηγαιμός για την Ιθάκη;
Ναι, μπορούμε να βρούμε τη δύναμη να αναλογιστούμε για το θάνατο μας, και αυτή η δύναμη βρίσκεται και στη σχέση μας με τους άλλους ανθρώπους, και μας παρέχεται από αυτό τούτο το μέγεθος του θανάτου.
Δεν είναι το τέρας τεράστιο. Ετσι το κάνει να φαίνεται ο φακός που μας έδωσε αυτή η κοινωνία. Εμείς όμως θα κάνουμε κάτι άλλο: θα κάνουμε ό,τι έκαναν χιλιάδες άλλοι άνθρωποι σε μια κατάσταση παρόμοια με τη δική μας.
Καλή δύναμη,
Καλά κρασιά.
Παράρτημα
Η ιστορία του ανθρώπου που αγαπούσε πολύ τους δράκους
οφειλόμενη στο πρόεδρο Μάο-Τσε-Τουνγκ,
και προς ωφέλειαν των μειρακίων, ανέκαθεν αγνοούντων τα μεγάλα και τα σπουδαία
Μια φορά, ήταν ένας άνθρωπος, που αγαπούσε πολύ τους δράκους. Σε κάθε τοίχο έβαζε και μια ζωγραφιά με ένα δράκο, και αγάλματα με δράκους στόλιζαν το σπίτι του.
Ώσπου, μια μέρα, ένας αληθινός δράκος ήρθε και χτύπησε τη πόρτα του.
--Ακουσα ότι αγαπάς πολύ τους δράκους, είπε, κι ήρθα να σε γνωρίσω.
Τότε όμως, μπροστά στη θέα του μεγάλου και αληθινού δράκου, ο άνθρωπος φοβήθηκε.
--Α, μπα, είπε. Εγώ έτσι το έλεγα, δεν το εννοούσα.
σαν να μη το βλέπω και πολύ καλά στην υγεία του αυτό το δημοσίευμα.
λες τελικά να το φάει το μαύρο σκοτάδι;
ή, πάλι, λες να αποδειχθεί ένα από τα πιο γνήσια και ωραία;
ουδεμία σχέση με την σημερινή επέτειο. καθαρή σύμπτωση.
*** ***
Προσθήκη της 9ης Αυγούστου 2009
Χτες ανακαλύψαμε πως στο δημοσίευμα, που ο σχολιασμός του είχε οδηγήσει σε τούτο εδώ, υπάρχει διαδικτυακή παραπομπή ακριβώς προς αυτό εδώ. Πολύ πιθανόν να έχει προστεθεί από το Γκούγκωλ.
Ναι, αλλά..., δεν μας ενθουσίασε η ιδέα να μας συνδέουν τόσο εμμ..., φανερά με ένα χώρο όπου τα κείμενα είναι τόσο εμμ..., τόσο γλυκούτσικα και πασπαλισμένα με ζάχαρη άχνη. Και ως να μην έφτανε αυτό, το ίδιο το σχόλιο μας δεν εμφανίζεται πουθενά.
Τι να κάνουμε τώρα;
Να εμποδίσουμε τη προσθήκη διαδικτυακής παραπομπής στο άλλο δημοσίευμα;
Ή, να προσέχουμε περισσότερο, και άλλη φορά να μην ανακατευόμαστε με τα πίτουρα;
Ή, να δεχτούμε πως ένα ζήτημα τόσο μεγάλο και υπερ-ανθρώπινο δεν μπορεί να γίνει δεκτό από όλους; Ε, και πως να γίνει δεκτό άμα είσαι 20 χρονών και δεν το διαλέγεις μα σου επιβάλλεται;
Ναι, μάλλον αυτή φαίνεται να είναι η σωστή στάση. Αλλό το να φτάσεις στις πέντε δεκαετίες, και να καταφέρεις, επίσης, να ανεβείς στο ύψος της θεώρησης των Ομηρικών ηρώων κάτω από τα τείχη της Τροίας. Και άλλο να είσαι 20 χρονών και να σου στείλει ο Θεός της Ελλάδας ένα τέτοιο άθλο.
-.
ναι, αλλά επειδής, τάχα μου - τάχα μου, πολλοί την δόξαν εμίσησαν, γιατί θα έπρεπε να αναμένεται από έναν συγγραφέα να μην αυτοθαυμάζεται όταν κοιτά τα γραφτά του; Και γιατί να αναμένει κανείς πως ένας συγγραφέας θα ζει επ' άπειρον μέσα στη σιωπή του;
Η ζωή μας στη προοπτική του τέλους
Φτιάχνοντας λοιπόν αυτό το χώρο διαδικτυακών σημειώσεων, τον στόλισα με ό,τι καλύτερο είχε γυαλίσει στα μάτια μου. Η γραφή, ο θάνατος, και η γραφή ως ο τρόπος που θα νικήσει το θάνατο. Η γραφή και η εν δήμω έκθεσή της, ως ο τρόπος που θεραπεύει τα τέρατα, βγάζοντας τα έξω στο λαμπρόν φως της παρουσίας των άλλων.
Τέτοια λοιπόν σκεφτόμουν, και όμως πολύ σύντομα η καθημερινότητα έδειξε τη δύναμή της, και η φωνή που θα μιλούσε (που θα έγραφε!!) ενάντια στη λήθη του θανάτου σιώπησε.
Αργά αργά, κάτω από τη σιωπή έκαιγαν οι φωτιές, η σιωπή η ίδια ήταν ανυπόφορη, και έτσι, χωρίς να υπάρχει αρχή, η γραφή ξανάρχισε να μιλά.
Και τότε, απρόσμενα, ήρθε ό,τι πιο αναπάντεχο μπορούσε να έρθει από το διαδίκτυο.
> http://mariatweety.blogspot.com
>
> ENA NEO KORITSI XREIAZETAI AMESA BOH8EIA KAI SYMPARASTASH APO EMAS
>
> AS KANUME OLOI OTI MPOROUME
>
> PALEUEI ME THN ANISH AS8ENEIA
Η πρώτη μου σκέψη, βέβαια, ήταν πως το μήνυμα έχει όλα τα εφόδια για να το φάει το μαύρο σκοτάδι. Ή μήπως..., όχι;
Θυμάται κανείς εκείνη τη περίφημη ιστορία του προέδρου Μάο. "Τότε, μια μέρα, ένας αληθινός δράκος ήρθε και χτύπησε τη πόρτα του...."
Ναι, αλλά δράκοι αληθινοί είμαστε κι εμείς. Δεν πολεμήσαμε, βέβαια, κάτω από τα τείχη της Τροίας, αφού αυτό, μη όντας της εποχής μας, θα ήταν και τελείως αντι-μαρξιστικό, με το συμπάθειο. Πήγαμε, όμως, κάτω από τα τείχη της Αμίδας . . .
Η ζωή μας στη προοπτική του τέλους, β'
Κάποτε, λοιπόν, μπορεί και να συμβεί να βρεθούμε απέναντι στα μεγάλα ζητήματα της ύπαρξης μας. Ζούμε σαν να είμαστε αθάνατοι, και χωρίς όρια. Μα έχουμε όρια, και τα όρια μας είναι ο έρωτας και ο θάνατος. Η σκέψη του θανάτου, μας υποχρεώνει να σκεφτούμε τη ζωή μας στη προοπτική του ενός από αυτά, δηλ. του τέλους μας.
Πολλοί άνθρωποι φτάνουν τότε να σκεφτούν για το τι είναι σημαντικό, και τι ανούσιο και επιπόλαιο. Η σκέψη του τέλους μας, μπορεί και να μας κάνει πιο πλούσιους, πιο βαθείς.
Φαίνεται πως ο θάνατος απασχόλησε τους ανθρώπους ήδη από πολύ παλιά. Ενας από τους πιο παλιούς μύθους της Μεσοποταμίας μιλά για τον Γκιλγκαμές, έναν αρχαίο βασιλιά που αναζητούσε την αθανασία. Κατάφερε να βρει το βοτάνι που θα του έδινε αθανασία, μα το έχασε, από κάποιο λάθος του φίλου του, ή από κάποιον άλλο ασήμαντο λόγο, που τώρα δεν θυμούμαι. Κι έτσι, αναγκάστηκε να δεχτεί τελικά πως θα είναι θνητός.
Οι αρχαίοι Ελληνες δεν είχαν καμμιάν ελπίδα για μετά το θάνατο τους. Δεν υπήρχε παράδεισος, και δεν υπήρχε κόλαση. Ο,τι είχε να περιμένει κανείς, θα το εύρισκε εδώ σε τούτο τον κόσμο, και ό,τι και να ήταν αυτό θα οφειλόταν μόνο στις δικές του πράξεις. Κι έτσι, οι αρχαίοι έφτασαν να σκεφτούν πως το μόνο που έχει σημασία είναι η μνήμη που θα αφήσει κανείς, η φήμη του. Και έτσι, πολεμούσαν με θάρρος κάτω από τα τείχη της Τροίας, αφού η όποια φήμη θα άφηναν εξαρτώταν μόνο από τις δικές τους πράξεις και ηρωισμό.
Ο θάνατος λοιπόν φωτίζει τη ζωή μας με τρόπο που δείχνει τα σημαντικά και τα δευτερεύοντα. Ακόμα κι έτσι, ο θάνατος παραμένει ένα ζήτημα πολύ μεγάλο για τις ανθρώπινες μας δυνάμεις. Ωστε, λοιπόν, δεν υπάρχει τελικά ελπίδα; θα συντριβούμε κάτω από τη σκέψη του θανάτου;
Νομίζω πως όχι. Σιγά σιγά, με έναν από εκείνους τους τρόπους που η ψυχή μας έχει για να θεραπεύεται, βρίσκουμε μέσα μας τη δύναμη και υψωνόμαστε στο ύψος του πιο σημαντικού ζητήματος της ζωής μας.
Δεν είναι λοιπόν φοβερός ο θάνατος. Ετσι τουλάχιστον πρέπει να συμπεράνουμε, αφού υπήρχαν και υπάρχουν κοινωνίες που έχουν διαφορετική σχέση με το θάνατο από όποιαν σχέση έχει η δική μας σημερινή κοινωνία. Ας θυμηθούμε τους παππούδες μας και τις γιαγιάδες μας. "Λίγα και καλά, γυιέ μου". "Ο,τι θέλει ο Θεός, γυιε μου".
Δεν είναι λοιπόν φοβερός ο θάνατος. Ετσι τουλάχιστον πρέπει να συμπεράνουμε, αφού χιλιάδες και ακόμα περισσότερες χιλιάδες άνθρωποι μπόρεσαν να αναλογιστούν τη προοπτική του θανάτου τους, και να ζήσουν έτσι μια ζωή με νόημα.
Μα μήπως δεν τα ξέραμε όλα αυτά; Δεν ξέραμε πως σπουδαιότερη δεν είναι τόσο η Ιθάκη, όσο ο πηγαιμός για την Ιθάκη;
Ναι, μπορούμε να βρούμε τη δύναμη να αναλογιστούμε για το θάνατο μας, και αυτή η δύναμη βρίσκεται και στη σχέση μας με τους άλλους ανθρώπους, και μας παρέχεται από αυτό τούτο το μέγεθος του θανάτου.
Δεν είναι το τέρας τεράστιο. Ετσι το κάνει να φαίνεται ο φακός που μας έδωσε αυτή η κοινωνία. Εμείς όμως θα κάνουμε κάτι άλλο: θα κάνουμε ό,τι έκαναν χιλιάδες άλλοι άνθρωποι σε μια κατάσταση παρόμοια με τη δική μας.
Καλή δύναμη,
Καλά κρασιά.
Παράρτημα
Η ιστορία του ανθρώπου που αγαπούσε πολύ τους δράκους
οφειλόμενη στο πρόεδρο Μάο-Τσε-Τουνγκ,
και προς ωφέλειαν των μειρακίων, ανέκαθεν αγνοούντων τα μεγάλα και τα σπουδαία
Μια φορά, ήταν ένας άνθρωπος, που αγαπούσε πολύ τους δράκους. Σε κάθε τοίχο έβαζε και μια ζωγραφιά με ένα δράκο, και αγάλματα με δράκους στόλιζαν το σπίτι του.
Ώσπου, μια μέρα, ένας αληθινός δράκος ήρθε και χτύπησε τη πόρτα του.
--Ακουσα ότι αγαπάς πολύ τους δράκους, είπε, κι ήρθα να σε γνωρίσω.
Τότε όμως, μπροστά στη θέα του μεγάλου και αληθινού δράκου, ο άνθρωπος φοβήθηκε.
--Α, μπα, είπε. Εγώ έτσι το έλεγα, δεν το εννοούσα.
σαν να μη το βλέπω και πολύ καλά στην υγεία του αυτό το δημοσίευμα.
λες τελικά να το φάει το μαύρο σκοτάδι;
ή, πάλι, λες να αποδειχθεί ένα από τα πιο γνήσια και ωραία;
ουδεμία σχέση με την σημερινή επέτειο. καθαρή σύμπτωση.
*** ***
Προσθήκη της 9ης Αυγούστου 2009
Χτες ανακαλύψαμε πως στο δημοσίευμα, που ο σχολιασμός του είχε οδηγήσει σε τούτο εδώ, υπάρχει διαδικτυακή παραπομπή ακριβώς προς αυτό εδώ. Πολύ πιθανόν να έχει προστεθεί από το Γκούγκωλ.
Ναι, αλλά..., δεν μας ενθουσίασε η ιδέα να μας συνδέουν τόσο εμμ..., φανερά με ένα χώρο όπου τα κείμενα είναι τόσο εμμ..., τόσο γλυκούτσικα και πασπαλισμένα με ζάχαρη άχνη. Και ως να μην έφτανε αυτό, το ίδιο το σχόλιο μας δεν εμφανίζεται πουθενά.
Τι να κάνουμε τώρα;
Να εμποδίσουμε τη προσθήκη διαδικτυακής παραπομπής στο άλλο δημοσίευμα;
Ή, να προσέχουμε περισσότερο, και άλλη φορά να μην ανακατευόμαστε με τα πίτουρα;
Ή, να δεχτούμε πως ένα ζήτημα τόσο μεγάλο και υπερ-ανθρώπινο δεν μπορεί να γίνει δεκτό από όλους; Ε, και πως να γίνει δεκτό άμα είσαι 20 χρονών και δεν το διαλέγεις μα σου επιβάλλεται;
Ναι, μάλλον αυτή φαίνεται να είναι η σωστή στάση. Αλλό το να φτάσεις στις πέντε δεκαετίες, και να καταφέρεις, επίσης, να ανεβείς στο ύψος της θεώρησης των Ομηρικών ηρώων κάτω από τα τείχη της Τροίας. Και άλλο να είσαι 20 χρονών και να σου στείλει ο Θεός της Ελλάδας ένα τέτοιο άθλο.
-.
0 Σχόλια