Η τηλεφωνική σύνδεση σπάζει τον εμπορικό αποκλεισμό των κατεχομένων

Η πρόσφατη τηλεφωνική σύνδεση των ελεύθερων περιοχών της Κύπρου με τα κατεχόμενα δεν είναι, βέβαια, αναγνώριση του κατοχικού καθεστώτος. Αναγνώριση είναι μια συγκεκριμένη πολιτική πράξη που γίνεται από ένα κράτος.

Η άποψη πως πρόκειται για αναγνώριση δεν στέκει. Είναι μια αδικαιολόγητη υπερβολή. Προέρχεται από την αντίληψη πως όσο πιο υπερβολικό και αντι-τουρκικό είναι αυτό που θα πεις, άρα.... θα είναι και σωστό. Πρέπει να ξεκόψουμε απ' αυτή τη λαφαζάνικη νοοτροπία.

Η τηλεφωνική σύνδεση όμως δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στην ασφάλεια μας. Διότι θα διευκολύνει τη παρακολούθηση των επικοινωνιών από τους τούρκους, καθώς και την επικοινωνία των κατασκόπων και πρακτόρων.

Εκτός από αυτά τα προβλήματα ασφαλείας, που δημιουργεί η τηλεφωνική σύνδεση με τα κατεχόμενα, το κυριώτερο ζήτημα είναι άλλο, και απορώ πως δεν σχολιάστηκε μέχρι τώρα.



Το 1983 ορισμένοι από τη τουρκοκυπριακή μειονότητα, υπακούοντας στις οδηγίες της τουρκίας, ανακήρυξαν τη κατεχόμενη Κύπρο σε κράτος. Σε ψήφισμα του, το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών ζήτησε από όλες τις χώρες να μην αναγνωρίσουν τη κατεχόμενη Κύπρο σαν ανεξάρτητο κράτος, και να μη παράσχουν καμμιάν υποστήριξη στο κατοχικό καθεστώς.

Μαζί με αυτό, η Κυπριακή κυβέρνηση έχει κλείσει τα λιμάνια στη κατεχόμενη Κύπρο, και δεν επιτρέπει την είσοδο προσώπων από αυτά. Δηλαδή, επέβαλε στα κατεχόμενα έναν εμπορικό αποκλεισμό.

Η τουρκία και πολλοί από τη μειονότητα ξεχνούν, ή καμώνονται ότι ξεχνούν, πως αιτία για τον εμπορικό αποκλεισμό τους είναι το γεγονός πως πρόκειται για κατεχόμενη περιοχή, και για περιοχή που ορισμένοι απ' αυτούς ανακήρυξαν σε κράτος. Το ξεχνούν αυτό, ...και παραπονούνται πως είναι αποκλεισμένοι....!! Σαν να παραπονιέται ο κατάδικος εγκληματίας πως η ποινή που εκτίει του στερεί το δικαίωμα της ελεύθερης ζωής.

Προφανώς, λοιπόν, η τηλεφωνική σύνδεση με τα κατεχόμενα είναι μια παραβίαση αυτής της απόφασης του Συμβουλίου Ασφαλείας, η οποία ζητούσε να μην ενισχυθεί το κατοχικό καθεστώς. Και είναι παραβίαση της πολιτικής της Κυπριακής κυβέρνησης να μη γίνονται δοσοληψίες με το κατοχικό καθεστώς.

Η καταδίκη της ανακήρυξης του κατοχικού καθεστώτος σε κράτος είναι πολύ σημαντική θέση της πολιτικής της Κυπριακής κυβέρνησης, και όλων των κομμάτων. Που οφείλεται αυτή η ενέργεια που, εκ των πραγμάτων, στηρίζει το κατοχικό καθεστώς; Γιατί, τις μέρες που ζητούμε διεθνή μέτρα κατά της τουρκίας για την επέμβασή της στην ΑΟΖ της Κύπρου, τις ίδιες μέρες παραβιάζουμε ένα ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας που εδώ και δεκαετίες ζητά από όλες τις χώρες να μη στηρίζουν το κατοχικό καθεστώς;

Νομίζουμε πως η αντίφαση αυτή οφείλεται στη πολιτική της κυβέρνησης και των ηγεσιών των κομμάτων, δηλαδή τη πολιτική «θέλουμε λύση».

Επιδιώκοντας όχι την απελευθέρωση, μα μια λύση (έτσι λένε οι ίδιοι), η κυβέρνηση και οι πολιτικές ηγεσίες φτάνουν να κάνουν παραχωρήσεις που κανένας δεν θα τους ζητούσε να κάνουν. Φτάνουν στο σημείο να συγκαλύψουν τη κατοχή, και να τη παρουσιάσουν με τρόπο παραπλανητικό. Ενώ ζητούμε απ' όλο τον κόσμο να μην έχει επαφές και να μην ενισχύει το κατοχικό καθεστώς, πρώτη η δική μας κυβέρνηση έχει επαφές μαζί του και προβαίνει σε ενέργειες που το στηρίζουν.

Ενώ ζητούμε απ' όλον το κόσμο να απομονώνει το κατοχικό καθεστώς, και να μη το στηρίζει, πρώτος ο πρόεδρος της Κυπριακής κυβέρνησης πίνει ζιβανία με το ανώτατο στέλεχος του κατοχικού καθεστώτος. Όταν εμείς οι ίδιοι σπάζουμε την απομόνωση των κατεχομένων, και έχουμε επαφές με το κατοχικό καθεστώς, είναι αναπόφευκτο πως κάποτε τα στελέχη της κατοχής θα έχουν συναντήσεις και με ξένους διπλωμάτες.

Η πολιτική «θέλουμε λύση» ισχυρίζεται πως είναι μια πολιτική ρεαλιστική, και πως είναι η μόνη κατάλληλη για να αναιρέσει τη κατοχή. Στη πράξη, η πολιτική αυτή οδηγείται σε σοβαρές και αδικαιολόγητες παραβιάσεις προς την τουρκική κατοχή. Αντί για τη σωτηρία, όπως αρέσκονται να λένε, η πολιτική αυτή οδηγεί στην ενίσχυση της κατοχής και σε σοβαρούς κινδύνους για την ασφάλειά μας.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια